Τετάρτη 2 Δεκεμβρίου 2009

Βαριέμαι;



Δεν έχω νέα. ΠΑΛΙ
Ούτε φέτος θα έχω νέα. Ας μη κλαιγόμαστε, δε μου φταίει κανένας.
Πήγαινε να διαβάσεις.

Δε περνάνε οι μέρες..

Τετάρτη 28 Οκτωβρίου 2009

νόου μορ κόουλ

Τις μισώ τις συγγνώμες. Θα το πω και θα το ξαναπώ. Δε ζητάω ποτέ συγγνώμη. Όχι απο πείσμα! Αλλά επειδή δε βρίσκω κάποια ουσιαστική σημασία στη λέξη 'συγγνώμη'.
Αν είναι να κάνω κάτι και μετά να το μετανιώσω.... Καλύτερα να μη το κάνω καθόλου παρά να το κάνω και μετά να ζητάω και συγγνώμη!
Σύμφωνοι, κάποιες φορές όμως -θα πει κανένας εξυπνάκιας- τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά.. Σύμφωνοι κι από μένα. Δεν ήταν όμως λίγες οι φορές που ΚΑΠΟΙΟΣ (εγώ, εσύ, αυτός κτλ) έκανε κάποιο λάθος και ζήτησε συγγνώμη, που δεν εννοούσε γιατί δεν είχε μετανοιώσει στην πραγματικότητα (και ζήτησε είτε για τους τύπους, είτε για οποιονδήποτε άλλο λόγο) ή στο μέλλον δεν μπόρεσε να αποφύγει να κάνει το ίδιο λάθος, ή ήταν τόσο μαλάκας που το έκανε ξανά και ξανά και ξανά. Τι αξία είχε η συγγνώμη τότε?
Σε μένα τουλάχιστον έχει συμβεί πάρα πολλές φορές. Και λέω λοιπόν.. Τι είναι καλύτερο? Να σου πει κανείς συγγνώμη 100 φορές (κάτι που δεν δείχνει ούτε λίγο μετάνοια, ή ότι δε θα ξανακάνει το ίδιο!) ή αν έχει ή δεν έχει μετανιώσει, να το δείξει στην πορεία? Γιατί θα φανεί. Δε μπορεί να μη φανεί.
Και διαλέγω το δεύτερο. Δεν θέλω ν'ακούω ηλίθιες συγγνώμες. Εκνευρίζομαι όταν ακούω ηλίθιες συγγνώμες. Δε λέω ηλίθιες συγγνώμες! Γιατί ούτε διορθώνει αυτό που έκανα, ούτε το αλλάζει.
Και ας παρεξηγηθεί όποιος θέλει.. Στην τελική, αν εκτιμάει μια λέξη περισσότερο, τότε τι να πω.. Δε θα την έχει.
Ούτε τη συγχώρεση που περιμένει θα έχει λέγοντας μια συγγνώμη!

Κυριακή 6 Σεπτεμβρίου 2009

So Precious you are to me

(την ιδέα για το i-pod την πήρα από τον κ. Συλλέκτη Τρελλων Αναμνησεων :$)





MusicPlaylist
Music Playlist at MixPod.com



Precious and fragile things
Need special handling
My God what have we done to you?

We always try to share
The tenderest of care
Now look what we have put you through

Things get damaged
Things get broken
I thought we'd manage
But words left unspoken
Left us so brittle
There was so little left to give

Angels with silver wings
Shouldn't know suffering
I wish I could take the pain for you

If God has a master plan
That only He understands
I hope it's your eyes He's seeing through

Things get damaged
Things get broken
I thought we'd manage
But words left unspoken
Left us so brittle
There was so little left to give

I pray you learn to trust
Have faith in both of us
And keep room in your hearts for two

Things get damaged
Things get broken
I thought we'd manage
But words left unspoken
Left us so brittle
There was so little left to give

ουστ

Δε μπορώ.
Φαίνεται ότι ο αριθμός των χρυσών αυγών μεγαλώνει στη περιοχή.
Όχι, δεν είναι ότι θα βγεις έξω και θα δεις σκόρπιους skinheads εδώ κι εκεί. Αν όντως κιόλας είναι όπως πιστεύω ότι είναι, ότι οι περισσότεροι δηλαδή απλά δηλώνουν αυγά. Ίσως επειδή τους άρεσε τ'όνομα, ίσως επειδή 'είναι ωραία ν'ανοίκεις κάπου', ίσως γιατί θα ήταν ένας τρόπος να ρίξουν τη γκόμενα, ίσως επειδή είναι απλά ηλίθιοι..
Είναι ότι ακούγεται όλο και περισσότερο. Ίσως δε θα'πρεπε να δίνω σημασία -για λόγους σαν τους παραπάνω- στα ρατσιστικά (και όχι μόνο τόσο άμεσα) συνθήματα που βλέπω σε όλο και περισσότερους τοίχους. Δε ξέρω.
Είναι αρρώστια. Αηδία. Μαλακία. Δε ξέρω πώς αλλιώς να το περιγράψω :P
Είναι όμως και εκπληκτικό (δυσάρεστα) το γεγονός ότι αυτά τα άτομα μπορούν να κατασκευάσουν οτιδήποτε, να αρπαχτούν από οτιδήποτε (τις περισσότερες φορές άσχετο) και να το υποστηρίζουν με τόσο πάθος, προκείμενου να δικαιολογήσουν τη στάση τους. Όπως και κάθε κοπάδι προβάτων, άλλωστε. Σαν να λένε, ας πούμε, "είμαι μαλάκας με περικεφαλαία για τους εξής α' και β' λόγους ".

Προσπαθώ να μη μπω στο τρυπάκι να σκεφτώ σαν κι αυτούς (αν και η σκέψη προϋποθέτει και μυαλό για να 'συμβεί', κάτι που προφανώς δεν έχουν) ποιός θα ήταν ο ακριβής αριθμός συγκρούσεων του κεφαλιού τους με το τοίχο, ή ποια θα ήταν τέλος πάντων η κατάλληλη τιμωρία για τον τρόπο που σκέφτονται, ή το κατάλληλο βασανιστήριο αν έχουν κάνει και πράξεις μερικές από τις σκέψεις τους. Μερικές φορές μάλιστα, τα καταφέρνω.

Τελικά, οι άνθρωποι, στο σύνολό τους, από τότε που ξεχώρισαν τον εαυτό τους από τα ζώα, έχουν κάνει τίποτα πραγματικά αξιέπαινο??

Σάββατο 25 Ιουλίου 2009

χμμ? καταραμένοι συγγενείς!

μα είχε περάσει η ώρα! μόλις είχα αρχίσει να χωνεύω τη γλυκιά μπουγάτσα μου και καθόμουν όσο ήρεμη μπορούσα να είμαι στο (τρίτο, για το ξημέρωμα που μας πέρασε) κλουμπ.
Κι εκεί που καθόμουν ήρεμη, με το μπυρόνι μου στο ένα χέρι και το τσιγάρο στο άλλο (μα τι χαμάλης.... τς τςς.....) και χάζευα από την ανοιχτή οροφή τον ουρανό να παίρνει σιγά σιγά αυτό το ξεθωριασμένο γαλάζιο χρώμα, η διαπεραστική τσιρίδα σου, αγαπητή εξαδέρφη, θα είχε χαλάσει την όμορφη στιγμή μου. ΘΑ την είχε χαλάσει, αν προλάβαινα να νιώσω. Γιατί αμέσως μετά έπεσες πάνω μου και άρπαξες τα μάγουλά μου όπως κάνουν οι τσιμπομαγουλούδες γιαγιάδες στα παιδάκια, και άρχισες να με φιλάς ΟΠΟΥ (για όνομα) έβρισκες. ΤΟΤΕ άρχισα να αντιλαμβάνομαι τι συνέβαινε και από το αρχικό σοκ της έκπληξης πέρασα στο στάδιο της στοϊκής καρτερικότητας... Πού χάθηκα, τι κάνω, γιατί δε με γνώρισες ρε μωρό σου (μα συγνώμη καλή μου, λάθος μου.. μα να μη με γνωρίσεις;! σα δε ντρέπομαι!) και ματς μουτς.
Όχι, τη κοπελιά αυτή (μακρίνη ξαδέρφη... ωστόσο δε ξεχνάμε τη συγγένεια) δεν έχω να τη δω χρόνια. Ούτε αυτή εμένα, ασχέτως της τρελιάρικης αντίδρασης της. Κάθε μέρα έξω από το σπίτι μου περνάει. Απλά, από τη στιγμή που συνειδητοποίησε ότι δε μ'αρέσουν οι παρέες της, δε πρόκειται να ασπαστώ τον τρόπο ζωής της για να μπορώ να την ακολουθώ όπου πάει, και εφόσον δε φοράμε ούτε ίδιο νούμερο παπούτσι, ούτε ίδιο νούμερο ρούχα για να ανταλάξουμε, αρχίσαμε σιγά σιγά να κόβουμε. Χωρίς πολλά πολλά. Και από εκεί που ήμασταν κάθε μέρα μαζί, όλη μέρα, και καθόμουν για ώρες να την ακούω να μου μιλάει για τον τάδε γκόμενο, ξαφνικά, χθες συνειδητοποίησα ότι έχουμε κοντά δυο χρόνια να μιλήσουμε. Και όμως, προσπερνάμε η μια την άλλη αρκετές φορές τη βδομάδα! Δε μπορώ να πω ότι με πείραξε. Ούτε καν το πρόσεξα. Γιατί η σχέση μας -από μέρους μου τουλάχιστον- δε βασιζόταν σε κάποια φιλία.. Περισσότερο, θα έλεγα, ήταν το 'καθήκον' της συγγένειας (αυτής της μακρινής).
Και ναα... που δυο χρόνια μετά από τη τελευταία φορά που μιλήσαμε, παίρνεις τον αριθμό μου, απαιτείς μια έξοδο για καφέ και δε θυμάμαι τι άλλο μου ούρλιαζες στο αυτί, μας κέρασες ένα smirnoff για να γιορτάσουμε την επανένωση και μετά πήγες παραπέρα να βγάζεις φωτογραφίες για το facebook. Χαχα; Κάποια στιγμή θα γινόταν κι αυτό.

Τρίτη 21 Ιουλίου 2009

Γιατί; (-έτσι. 1-0)

Γιατί Γιαγιά το STAR έκοψε πάλι τον House?
Και γιατί εγώ, Γιαγιά, ό,τι ώρα κι αν κοιμηθώ το βράδυ, το πρωί θα ξυπνήσω στις 10;
Και γιατί, Γιαγιά, ο Ήρωας της Επαναστάσεως (=Μαλάκας με περικεφαλαία) αφού 'έχει τόοοοσα κορίτσια για προσωπικό' και 'άααανετα βρίσκει κι άλλες' συνεχίζει να σπάει αφρίδια για να πάμε για δουλειά;
Και γιατί, Γιαγιά, τίποτα απ'όσα κανονίζαμε για το καλοκαίρι δε θα γίνει όπως το κανονίζαμε; Άλλη φορά, Γιαγιά, δε ξανακανονίζουμε.... Και ναι, αυτό, Γιαγιά είναι απειλή. (:/)
Γιατί, Γιαγιά μου, παρ'όλο που dotάρω ένα χρόνο (ολόκληρο!) παίζω ακόμα σαν noobας? Πότε θα μάθω DotA εγώ, Γιαγιά;;;
Και πες μου, γιατί τώρα που έφτιαξα τα τορτελίνια μου, δε πεινάω πια Γιαγιά;
Και γιατί Γιαγιά, για να ανοίξω τη βρύση στο μπάνιο πρέπει να πεταχτούν οι μυες στα πόδια, στα χέρια, καθώς και στα φρύδια μου;
Και εξήγησέ μου, σε παρακαλώ Γιαγιά μου, ΓΙΑΤΙ πήρα στ'αρχαία φούτσους μπλε; Αφού την εισαγωγή την ήξερα καλά! Μπορεί στη τελική, ο Εύδοξος και ο Κνίδιος να ήταν ο ίδιος άνθρωπος που καταγόταν απ'τη Κνίδο, αλλά σαν παιδί κι εγώ μπερδεύτηκα..... είχε και ζέστη εκείνη τη μέρα...... Και.... ξέρεις.... γίνονταν διάφορα που απέσπασαν τη προσοχή μου! Ο Γιώργος έφταιγε, που τον άκουγα να προσεύχεται στις εικονίτσες που του είχε δώσει η μαμά του και τις είχε μαζί του καθ'όλη τη διάρκεια των πανελλαδικών! Δεν ήταν αδικία αυτό, Γιαγιά;;; Το Γιώργο τον βοηθούσαν (και ο άγιος Τρύφων και η αγία Παρασκευή!) ενώ εγώ όλα μόνη μου τα έγραφα!
Και... Γιαγιά.... ποιος παίζει με το ρεύμα και το pc ψοφάει τις πιο ακατάλληλες στιγμές; (μόλις τελειώσω κάτι στους sims και πάω να το αποθηκεύσω, ας πούμε........);
Και Γιαγιά μου... εσύ που έχεις άσπρα μαλλιά και πας στην Άννα κάθε τόσο και σου τα φτιάχνει και έχεις και μπαστούνι και άρα είσαι σοφή.... πες μου....... γιατί όποτε με ρωτάς αν θέλω καλαμάκια και σου λέω όχι.... εμφανίζεσαι στη πόρτα μετά από 2 ώρες με μια αγκαλιά καλαμάκια;;;;; Γιατί γιατί γιατί Γιαγιά;;;;;;

Δευτέρα 23 Μαρτίου 2009

Ι.

  • Μέρες αργές, και πιο αργές του Οκτωβρίου

  • αυτές οι μέρες που περνούν· επιβιώνω

    μετά τον έρωτα, την ποίηση, τον πόνο,

    με λίγες μόνο αμυχές προτέρου βίου.

Κυλούν οι ώρες σ' ένα πέλαγος Κυρίου,
χάρτινοι κόσμοι κυματίζουν, επανδρώνω

παλιά απόρρητα γραμμένα σ' άλλο χρόνο,

κάτι κρυφούς εορτασμούς εργαστηρίου,

κι αύτανδρος μέσα μου βυθίζομαι. Πατέρα
άλλον δεν είδα να με θέλει πο κοντά του

απ' τον απρόσιτο προσήγορο αιθέρα·

κι όλα που κράτησα πατρώα και μητρώα,
όσα μιλούσαν κι όσα σώπασαν αθρόα,

καίνε στον ύπνο μια παράσταση θανάτου.

ΙΙ.

  • Τα σεραφείμ, τα χερουβείμ, οι μαύρες σκέψεις,

  • μέσα στο λίγο που κοιμάμαι συγυρίζουν·

    βάζουν παράθυρα της νύχτας, ευμενίζουν

    κλεισμένες πόρτες - περιμένουν επισκέψεις.

Κι ας διαφωνώ με τόση πένθιμη σοφία,
φιλοτεχνώ πειθήνια σε κάποιο βάζο

λουλούδια της γεντιανής κι επισκευάζω

ημερολόγια, αισθήματα, λοφία.

Λέω, θ' ανοίξει σαν αυλαία τ' όνειρό μου,
και θα παιχτεί ξανά ο πρώτος εαυτός μου,

θ' αποδοθεί επακριβώς και θα τελειώσει·

κι αυτό το άθλιο παράπηγμα του τρόμου,
αυτό το θέατρο του ειπωμένου κόσμου,

με μια πνοή βρεγμένου δρόμου θα παλιώσει.

ΙΙΙ.

  • Κάποτε θα 'φτασα ψηλα στην ομορφιά·

  • ακόμη βλέπω το κενό να κατεβάζει

    πυρακτωμένο φως, κι ο ύπνος αποστάζει

    πυρήνες κόσμου γαληνεύοντας βαθιά.

Μα τόσος κόπος, τόσος θάνατος, παρείλκε:
έτσι κι αλλιώς ο τόπος θα 'πιανε τραγούδι,

μόλις αμίλητος στα χείλη σαν το χνούδι,

κι αρκούσε λίγος Σολωμός ή λίγος Ρίλκε.

Ό,τι ευτύχησα να πάθω περιττεύει,
ό,τι καρπώθηκα νωρίς με καταργεί·

ένα απόγευμα ζωής να με μαγεύει,

μια καλοσύνη της ακάλεστης κι αργή,
και το τραγούδι ανεπίδοτο θ' ανέβει

μέσα σε νάρκη φθινοπώρου και σιγή.

ΙV.

  • Ο ουρανός δεν έχει άλλες ιστορίες,

  • άλλο σκοτάδι, φως κρυφό που δεν ειπώθη,

    άλλη ψυχή να του χαλάμε για να κλώθει

    πολέμους, έρωτες, λαμπρές εκεχειρίες.

Όμως απόψε που είχε θέατρο να φύγει,
πορφύρας άπλωμα για την υπόκλισή του,

με πυρπολεί το φως με δάφνες του απροσίτου,

όλα ισχύουν και μια δόξα τα τυλίγει.

Όλα πυργώνουν, πάλι πέφτουν, και βραδιάζει
στα χρονικά του έρωτα και του θανάτου,

σκόνη και σκύβαλα, συντρίμματα και χνώτα·

ένα μικρό παιδί μες στα σκεπάσματά του
ανοίγει πάλι λίγο κόσμο και διαβάζει

πριν κοιμηθεί σ' ένα παράπονο από φώτα.

V.

  • - Αλλοτε θα 'παιρνες αργόπλοα τα χρόνια

  • όπως ανέβαιναν του ύπνου το ποτάμι·

    θαμποί παράδεισοι θα 'φεγγαν απ' το τζάμι,

    όχθες με λίκνισμα του θέρους και τριζόνια.

Τώρα στο βύθισμα του υπνοδότη νόμου
ακούς τη φρίκη των βωμών, όλους τους κρότους

του σαρκασμού, και στην αργή καρδιά του σκότους

μετρά τις μέρες η κραυγή του υλοτόμου.

- Αλλοτε, τώρα, χρόνια μπρος και χρόνια πίσω,
ασκώ μια μάταιη χημεία· τις εικόνες

τις εμφανίζει ο ουρανός - και ποιόν θα πείσω·

όταν κοιμάμαι κι ονειρεύεσαι αιώνες,
πρώτο μου πρόσωπο κομμένο στους αγκώνες,

μαντεύω λίγο ουρανό για ν' αγαπήσω.

VΙ.

  • Φτάνοντας, στάθηκε πριν μπει· από τις γρίλιες
    το ξεχασμένο φως σκορπούσε θαλπωρή
    έξω στο δρόμο που ξημέρωνε· μπορεί
    σαν από πλήκτρα τ' ουρανού ν' άκουσε τρίλιες,

και σαν το θρόισμα ομήγυρης που χίλιες
και μία νύχτες γιόρτασε κι αποχωρεί·
κι ίσως φαντάστηκε να σβήνουν οι χοροί,
οι τελευταίες - σ' ένα βύθισμα - καντρίλιες.

Κάποιο σκοτάδι του σπιτιού τους είχε πάρει,
σε κάποιο γύρισμα καιρού είχαν χαθεί·
γιατί ανοίγοντας την πόρτα, στο βαθύ

που πήρε η ημέρα να χαράζει κεχριμπάρι,
είδε μεμιάς όπως αστράφτει ένα σπαθί
τη δόξα όλη να 'χει φύγει και τη χάρη.

VΙΙ.

  • Ένα συναίσθημα αργό, καθώς τελειώνει
    κάτι που άρχισε - δεν ξέρω πόσα χρόνια·
    κι είναι νωρίς ακόμη· νύχτες με τριζόνια
    θα 'ρθουν πολλές, και πάντα η μνήμη θ' αλλοιώνει.

Είναι πολύ νωρίς, κι η μνήμη που αραδιάζει
θαμπές μορφές απ' το βιβλίο των νεκρών,
αποτραβιέται, σαν σε γύρισμα νερών,
μ' ένα συναίσθημα αργό καθώς βραδιάζει.

Να 'ναι το σχήμα της θλιμμένης εποχής,
να 'ναι το σπίτι στη βροχή που σαν θαλάμη
μαζεύει φόβο, κι ο βυθός μιας ενοχής;

Κλείνω στο χέρι μου μια παιδική παλάμη,
και απαλά μέσα στον ύπνο της ψυχής
με νανουρίζει χαμηλόφωνο ποτάμι.

VΙΙΙ.

  • Κάποτε γίνεται ο φόβος του θανάτου
    ύπνος βαθύς και τον σκεπάζει ο Τειρεσίας·
    σαν νυχτοφύλακας σε ώρα υπηρεσίας
    που αποκοιμήθηκε στην άγρυπνη σκιά του.

Γι' αυτό προσφεύγουμε στη λύπη των ονείρων
μ' ένα υπόλοιπο ντροπής κι αθανασίας,
κι ο μελανόπτερος επάνω μας σωσίας
άλλοτε σκύβει λυρικός κι άλλωτε είρων.

Κι όταν βραδιάζει σαν αθώωση του ασώτου,
κι ο ουρανός μετεωρίζεται και παίρνει
όλο το μέσα της ζωής για να νυχτώσει,

είναι επόμενο να στρέφουμε με τόση
πνοή στη μαντική του δύναμη, ωσότου
ο σπαραγμός του την καινούρια μέρα σπέρνει.

ΙΧ.

  • Ξέρω πως θα 'ρθει και δεν θα' μαι όπως είμαι,
    να τον δεχτώ με το καλύτερο παλτό μου·
    μήτε σκυμμένος στις σελίδες κάποιου τόμου,
    εκεί που υψώνομαι να μάθω ότι κείμαι.

Δεν θα προσεύχομαι σε σύμπαν που θαμπώνει,
δεν θα ρωτήσω αναιδώς, που το κεντρί σου;
γονιός δεν θα 'ναι να μου πει, σήκω και ντύσου
καιρός να ζήσουμε, παιδί μου, ξημερώνει.

Θα 'ρθει την ώρα που σπαράσσεται το φως μου,
κι εκλιπαρώ φανατικά λίγη γαλήνη,
θα 'ρθει σαν πύρινο παράγγελμα που λύνει

όρους ζωής και την αδρή χαρά του κόσμου·
δεν θα μαζεύει ουρανό για να με πλύνει,
δεν θα κρατά βασιλικό ή φύλλα δυόσμου.

Χ.

  • Πολλά τα θραύσματα κι ανεύρετα· οι πόνοι
    δεν έχουν τίποτε να πουν για την πληγή·
    κάποιο σκοτάδι σου θα είχε διαρραγεί,
    για να θυμάσαι τέτοιο φως να σε σηκώνει.

Και πριν τα λόγια της αγάπης γίνουν σκόνη,
πως μεσιτεύουν οι σιωπές κι αυτομολείς
στον ουρανό, που καθρεφτίζεται πολύς,
και στον αιθέρα που παρήγορα νυχτώνει.

Κοιτάς, κι αμίλητος ο έναστρος καθρέφτης,
πέρα στη νύχτα, τόσο απέραντα παρών,
σε υποδέχεται βαθαίνοντας, και πέφτεις,

ο αφανής των κοσμημένων ημερών,
με τη βαρύτητα της πρώτης απορίας,
εδώ παράμερος, εκεί ψηλά παριάς.

ΧΙ.

  • Σου γράφω μέσ' από παράθυρα κλειστά,
    εγώ που γιόρτασα πολύ με τους απέξω·
    κι ένα που έστειλες απόψε για να παίξω
    αγάπης φάντασμα, τι κόσμο συνιστά;

Σου γράφω ξέροντας, τα λόγια λιγοστά,
κλεισμένα βλέφαρα, σβησμένα μάτια - έξω
βραδιάζει δίχως αυτουργούς· σε τι να φταίξω,
ένας σωρός θλιμμένη σάρκα και οστά;

Μαντεύω πάνω μου το σχήμα τ' ουρανού,
και στο δωμάτιο πλανάται κάποιος πόνος:
είναι δικός μου, είναι μήπως αλλουνού;

Πριν κοιμηθώ σε συλλαβίζω επιμόνως,
Αγνή, Νάστια, Καρένινα, μαντάμ Αρνού.
Ποτέ δεν έμαθα να ζω τελείως μόνος.

ΧΙΙ.

  • Επικρατούσε μια θλιμμένη ποικιλία,
    εκεί που έδυε το φως των ουρανών,
    κι όπως στα νύχια σου περνούσες το μανόν,
    ακολουθούσα μια κρυφή συνομιλία.

Θα μας αρκούσε μια γιορτή στη Σικελία,
ή μια παρέλαση εφίππων Ουκρανών·
μ' όλο το άφωνο βάρος των αδρανών
μελών μας πέφταμε νωρίς στην υπνηλία.

Αχαρος πίνακας ασήμαντου ζωγράφου·
να μας τιμούσε ο Μπονάρ ή ο Βερμέρ,
να μη μας έπνιγε η πρόνοια του τάφου.

Να 'ταν κι η θάλασσα η πικροκυματούσα,
να λικνιζόμαστε στους τόνους του La Mer,
κι από τα νύχια ως την κορφή να σε φιλούσα.

ΧΙΙΙ.

  • Οι αφανείς ημέρες, πρόθυμα ωραίες,
    πόσο πιο δύσκολες στη μνήμη από τις άλλες,
    που τις ακούει το μυαλό να σκάβουν σκάλες,
    κι επαγρυπνούν μέσα στον ύπνο σαν κεραίες.

Κι όμως αυτές αφήνουν φως, στις πιο ακραίες
σιωπές του σώματος αργές όπως οι στάλες·
μέρες που πέρασαν αθόρυβα μεγάλες,
τόσο κοινές που δεν θα γίνουν αγοραίες.

Κι όταν ο νους κρυφά τις παίρνει και τις πλάθει,
όπως την ψίχα με τις άκρες των δαχτύλων,
σκέφτεται κάποτε πως ίσως με τα πάθη

που περισσεύουν, όταν θα 'χουν φύγει όλοι,
πάνω στην τράπεζα των ξένων και των φίλων,
βρεθούν μιας τέχνης του εφήμερης οι βόλοι.

ΧΙV.

  • Κι ο ουρανός προς τι τον άρρωστο καιρό,
    στην τόση ένδεια του τώρα και του πέραν;
    Πήγαν στον άνεμο προσκυνητές και φέραν
    εικόνες κόσμου, κι ούτε μια σταλιά νερό.

Κι αυτός ο κόπος της ζωής που καρτερώ,
κι η τόση πρόγνωση εκείνων που δεν ξέραν;
Όσα ποιούμε κατ' εικόνα ημετέραν
και θα μιλούσαν, μια φορά κι έναν καιρό;

Ο μέγας θόλος ένα βύθισμα θανάτου,
ήλιοι, πλανήτες, νεφελώματα που σβήσαν,
και γαλαξίες μακρινοί τα όνειρά του.

Δεν λέω πέθανε, λέω αποκοιμήθη,
μέσα στο έναστρο στερνό του παραμύθι,
κι όλα τα πράγματα θα μείνουν όπως ήσαν.

    • ΧΙV.
  • Αυτό το δέντρο κι ο κρυφός κορυδαλλός του
    κάτι πρεσβεύουν, προ καιρού συμφωνημένο·
    μα εδώ που κάθομαι αιώνες, δεν προσμένω
    κανένα μύνημα φυγής ή κάποιου νόστου.

  • Ξέρω, δεν είναι λειτουργοί μεγάλου αγνώστου,
    να προφητεύουν το κυρίως δεδομένο·
    θάλλουν ανάμεσα στο ίδιο και στο ξένο,
    εκεί που ο κόσμος επαφίεται στο φως του.

  • Μα εδώ στο δέντρο που μου δίνει τη σκιά του,

  • ο χρόνος όλος σαν παράδεισος απλώνει,

  • σε μια παράξενη αναίρεση θανάτου·
  • πέλαγος, ψίθυροι, πλαγιές, αγέρας, κλώνοι,

  • επαληθεύουν, κι επιτέλους ανταμώνει

  • ο προ αιώνων μελωδός τη δέσποινά του.


  • Διονύσης Καψάλης

    Κυριακή 22 Μαρτίου 2009

    Αγάπη μου.....

    Και να σκεφτείς ότι τη πρώτη φορά που άκουσα για σένα απ'τον Παράσχο, κορόιδευα....
    Γιατί.... ήμουν αλλού....

    Μετά όμως, όχι μόνο 'έφυγα' από εκεί που ήμουν, και ήρθα σε σένα, αλλά ποτέ δε κοίταξα αλλού από τότε! Και η πρόοδος που έχω κάνει..... Uh......


    Θυμάμαι τη πρώτη μέρα. Να προσπαθώ όλο αγωνία να καταλάβω τους κανόνες, τι είναι όλες αυτές οι επιλογές που είχε πάνω πάνω η σελίδα, γιατί όλοι είχαν τόσες χιλιάδες πληθυσμού κι εγώ μόνο 25 citizens όλους κι όλους, τι ακριβώς κάνει ένα Elf Thief... Γιατί αυτό ήμουν. Ήμουν ένα Ξωτικό. Κλέφτης. Πώς θα έπαιρνα περισσότερους citizens; Πώς θα έκριβα 80 εκατομμύρια χρυσού, εγώ, ένα ανύπαρκτο Elf Thief επιπέδου 3...


    Σήμερα, δεν έχει περάσει ένας χρόνος ακόμα από εκείνη τη καλοκαιρινή μέρα του 2008.
    Κι εγώ έχω πληθυσμό 93,786, στρατό 40,040 και μυστικό στρατό 34,692. Και είμαι επίπεδο 63, με 18,180 γύρους για επίθεση. Δηλαδή, σπέρνω. Και αυτό φαίνεται.... απ'τη κατάταξή μου στο παιχνίδι. Overall Rank 7,645. Μπορεί να απέχω ακόμα από τη πρώτη θέση.... Αλλά πριν λίγους μήνες ήμουν στην 4078η σελίδα, και ήμουν 203,856η. Μπορεί να ανέβηκα πατώντας πάνω στα πτώματα όσων ήταν off.. Αλλά κανείς άλλος δε θα κατάφερνε ό,τι κατάφερα εγώ, μέσα σε 8 μήνες. Πλέον με φτάνουν μόνο όσοι έχουν 100.000+ πληθυσμό. Και πάλι μερικοί, όχι όλοι...
    Κανείς δε μ'ακουμπάει, ενώ είναι λίγοι αυτοί που δε μπορώ να ακουμπήσω εγώ.
    Μέχρι και θαυμαστή έχω, που μ'εκανε Legend Member :Ρ




    Η S.O. θα αφήσει ιστορία στο Darkthrone. Η εικόνα της Lucy θα μείνει για πάντα τυπωμένη στο μυαλό όσων δεν τα έχουν παρατήσει ακόμα.


    You were attacked by S.O.
    You lost!

    Παρασκευή 20 Μαρτίου 2009

    Θυμήθηκα και χάρηκα

    -σιγά μη χάρηκα-


    ότι μου τη δίνει (από τότε που γεννήθηκα, σύμφωνα με μαρτυρίες) να βρέχομαι.

    Oops

    Ουπς! Ένας Μόγλης!

    μαλάκα....


    Αν και θα έπρεπε να ντρέπομαι, να μιλάω άσχημα για σένα, που στολίζεις τις σχολικές μου μέρες απλά και μόνο με την αδιάφορη παρουσία σου..

    Για λίγο (και ακόμα δε ξέρω γιατί) έκαναν τη παπαριά και μας είχαν όλους μαζί σε ένα τμήμα. Και τότε συνειδητοποίησα ένα μέρος της μαλακίας που σε δέρνει αλύπητα. Και δε το άντεξα.
    Εκτός του ότι η φάτσα σου από μόνη της προετοιμάζει τον άλλο ότι θ'ακούσει μαλακία, ξέρουμε ότι είναι άδικο να κρίνεις τον άλλο μόνο από τη κακομουτσουνιά του. Τελικά όμως τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα.

    Γυρνάς πάντα μ'ένα ύφος, σαν ένας δεύτερος Brad Pitt (των Troll) και δε θέλω να σκεφτώ τι γνώμη μπορεί να έχεις για τον εαυτό σου και γυρνάς έτσι...
    Και ήταν από τις πρώτες σχολικές μέρες της χρονιάς, που είχε έρθει η καινούρια φιλόλογος και προσπαθούσε να συστηθεί που πέταξες την υπέρτατη εξυπνάδα: "και τι μου χρειάζεται εμένα η ιστορία και τ'αρχαία; Εμένα -και σε όλους- χρειάζεται μόνο η φυσική και τα μαθηματικά."
    speak for yourself μογγόλι. Προτιμώ να ξοδέψω μια ώρα στο να προσπαθήσω να πετύχω ένα σπουργίτι με σφεντόνα παρά στο να καταλάβω αν πραγματικά τα εννοούσες αυτά, αν πραγματικά δε βρίσκεις τίποτα το χρήσιμο στα αρχαία και την ιστορία. Ακόμα περισσότερο, ακόμα και αν ο καιρός τα έφερνε ποτέ έτσι και εγώ κι εσύ συζητούσαμε, θα διασκέδαζα αφάνταστα και θα σε κορόιδευα για το ηλίθιο κεφάλι σου και το ακόμα πιο ηλίθιο -αν βέβαια αυτό γίνεται- περιεχόμενό του. Γιατί τι περιμένεις από άτομο που πάει να τη πει και να δείξει απαξίωση στην φιλόλογο για να το παίξει έξυπνος... Όχι ότι η συγκεκριμένη φιλόλογος έχει τίποτα, ούτε και όλοι οι φιλόλογοι. Απλά έχει να κάνει με την ηλιθιότητα του συγκεκριμένου ατόμου.


    Μπουκάρεις στην αίθουσα με τους υπολογιστές.
    "Κυρία εγώ θα κάτσω ελεύθερο στον 5"
    Μπράβο, είσαι ένας πολύ έξυπνος μαλάκας. Γιατί, πού να καταλάβει η καημένη η ανίδεη (που πρέπει να μου πει από πού το αγόρασε το πτυχίο, να πάρω κι εγώ ένα) ότι αυτή είναι 'ορολογία' net cafe.. Μα τι έξυπνο... Η μάνα σου πρέπει να 'ναι πολύ χαρούμενη.
    Πρώτο μάθημα πληροφορικής.
    "ΑΣ ΑΝΟΙΞΩ ΤΟ MOZILLA"
    Ο τρόπος που το φώναζες έδειχνε ότι ήσουν σίγουρος ότι όλοι οι υπόλοιποι μες στη τάξη ήταν τόσο βλάκες που αγνοούσαν την ύπαρξη του firefox.
    "ΜΑ ΚΑΛΑ, ΔΕΝ ΕΧΕΙ MSN??"
    Ο τρόπος που το φώναζες αυτό έδειχνε ότι πρέπει να περνιέσε για πολύ σπουδαίος που ξέρεις ΚΑΙ (ουαου) το msn {τι παιδί είσαι 'συ??!!!!??}.







    Πήγαινε στη λίμνη (διάλεξε μια, ο νομός μας έχει ένα σορό), πάρε ένα περίστροφο, κάτσε στην άκρη σ'ένα ύψωμα και κάνε σ'όλους μας μια χάρη. Η επόμενη μέρα θα ξημερώσει κατα πολύ καλύτερη από τις άλλες.

    Πέμπτη 12 Μαρτίου 2009

    Σήμερα, αρρωστημένη Πέμπτη

    Όση ώρα στέγνωνα τα μαλλιά μου καθόμουν και σκεφτόμουν... Διάφορα πράγματα που με νευριάζουν τόσο πολύ όταν συμβαίνουν, που, άλλες φορές θέλω να βάλω τα κλάματα, άλλες να ουρλιάξω, άλλες να ουρλιάξω και να χειροδικήσω κτλ. Αυτό μάλλον επειδή κάθε φορά που βγαίνω από το μπάνιο συμβαίνουν αρκετά από αυτά.


    Το καλύτερο απ'όλα είναι όμως ότι ξέρω ένα άτομο who gives a shit για όλα αυτά τα πράγματα που μ'εκνευρίζουν τόσο. (hi there, Me, i love you =*)
    Δε θέλω να χρησιμοποιήσω κοσμιτικά για καθένα απ'αυτά γιατί θα χρειαστώ πολλά διαφορετικά, και γιατί όλα πάνω κάτω στην ίδια κλίμακα εκνευρισμού κυμαίνονται. Όλα είναι εκνευριστικά, ηλίθια, φαύλα κτλ.
    Οπότε, ξεκινάμε....

    >Μ'αρέσει πολύ το μπάνιο. Πάρα πολύ. Είναι υπέροχο όταν κάθεσαι κάτω από το ζεστό νερό για ώρες γι ασχολείσαι με τον εαυτό σου. Όμως.... νιώθω να γεμίζω οργή όταν δεν έχει ζεστό νερό. Κι εγώ εκείνη την ώρα είτε έκανα μπάνιο και ξαφνικά έφαγα παγωμένο νερό στη μάπα, είτε ετοιμαζόμουν όλο χαρά να κάνω και μετά είδα ότι δεν έχει.
    >Μετά το μπάνιο μισώ τα 10 λεπτά που θ'αφιερώσω για να βουρτσίσω τα μαλλιά μου και πεθαίνω από πόνο και φεύγουν και της πουτάνας τα μάτια από τρίχες.
    >Μετά το βούρτσισμα πρέπει να τα στεγνώσω.. (χώρια άλλους τόσους κόμπους που έχω να ξεμπλέξω κατα τη διάρκεια και μετά το στέγνωμα...) Και τα χέρια μου πρέπει να είναι καθαρά... Οπότε, δεν είναι ακόμα ώρα να βάλω κρέμες. Οπότε, πρέπει να ανεχτώ αυτή τη σκατένια αίσθηση ξηρότητας που έχουν τα χέρια μου και με κάνει να θέλω να τα κόψω και να τα πετάξω.
    >Αφού βάλω κρέμες, το μαρτύριο δε σταματάει. Τα χέρια μου, λόγω της κρέμας, ζεσταίνονται. Το οποίο είναι επίσης απάλευτο.




    αυτά είναι τα εκνευριστικά του μπάνιου. Μετά έχουν σειρά τα everyday εκνευριστικά.


    >Το χειρότερο, που με βασανίζει και από παιδί είναι τα στενά παπούτσια. Αυτα που χρειάζεσε τον Ηρακλή να τα σπρώχνει και τον Κόναν να τα τραβάει για να μπούνε. Τα μισώ. Ποτέ δε μετάνιωσα που τα πετούσα στο τοίχο, τα έβριζα και τα απειλούσα, ότι αν δε μπούνε............. Και ευχόμουν να ήταν ζωντανά για να πραγματοποιήσω τις απειλές. Και σήμερα το πρωί το ίδιο συνέβει.
    >Τις καρμπονάρες που παραγγέλνω ανα τακτά χρονικά διαστήματα. Είναι γιάμι. Αλλά.. (ανατριχιαστική μουσική υπόκρουση) όχι πάντα (κραυγή αγωνίας). Θέκλα, καλή μου, πληρώνω το ίδιο ποσό για τα γαμημένα μακαρόνια και δε θέλω να προσεύχομαι στην Ιερή Αγελάδα για να μου έρθουν νόστιμα. ΚΑΙ ΣΕ ΠΗΛΙΝΟ ΜΠΟΛΑΚΙ GOD DAMMIT. Είναι αηδιάστικς όταν δεν τα ανακατέβεις καλά. Και τις περισσότερες φορές τα καις κιόλας, γιατί έχεις την απαίτηση να έρθω εγώ να τα πάρω για να σου θυμήσω btw να τα βγάλεις από το φούρνο! Να τα φας εσύ.



    Τώρα.... γουργουρίζει η κοιλιά μου από τη πείνα. Πράγμα επίσης εκνευριστικό. Πόσο μάλλον απ'τη στιγμή που όταν συμβαίνει αυτό δε μπορώ να συγκεντρωθώ, άρα θα πρέπει να διακόψω τώρα την κατανομή των εκνευριστικών πραγμάτων.. Δε πειράζει. Άλλη φορά.

    Τρίτη 3 Φεβρουαρίου 2009

    αυτό δεν είχε ημερομηνία

    Έγραψε:

    "...Έχω πλήρη συνείδηση των πράξεών μου, ήμουν νηφάλια και τα σχετικά. Απλά, είχα να κάνω με μια κατάσταση μόνιμη, μια κατάσταση χρόνων, και πρέπει να το καταλάβετε. Δε θα πω ότι δε πήγαινε άλλο, ίσα ίσα, πήγαινε. Εγώ δεν ήθελα να πάει. Είμαι στην ηλικία όπου θα έπρεπε να ξέρω από πρώτο χέρι τι θα πει οικογένεια, σύζυγος, παιδιά.. Μπορεί και να την πέρασα. Και -εδώ και πολλά χρόνια- είμαι μόνη. Και περιμένω. Και φοβόμουν να κουραστώ να περιμένω. Ένιωθα την ανάγκη του να αισθάνομαι έναν άνθρωπο δικό μου από τα 16 μου. Και τότε -και ποτέ εκτός από τώρα- δε το έλεγα γιατί θα ακουγόταν κοινό. Ηλίθιο. "Παιδικό". Να όμως που δεν ήταν. Τότε κοιτούσα να με απασχολεί ελάχιστα το θέμα -κατέβαλα προσπάθειες χωρίς να σημειώνω μεγάλη επιτυχία- και όταν με απασχολούσε προσπαθούσα απλά να σκέφτομαι αν θ'αργήσει να συμβεί αυτό. Προσπαθούσα να πείσω τον εαυτό μου ότι μόνο αυτό με φόβιζε. Να αγνοήσω όλα τ'άλλα.. "κι αν ήρθε κι έφυγε;", "Αν τον έδιωξα;", "αν δεν έρθει ποτέ..;" Ναι, μπορεί το άτομο που 'ήταν για μένα' ακόμα εκεί έξω να είναι και να με περιμένει. Εγώ όμως.. ίσως σταμάτησα να περιμένω. Πάντα πίστευα ότι -για μένα τουλάχιστον- το τέλος είναι πολύ καλύτερο από τη συνεχή επιδείωξη της επίτευξης των στόχων σου και από όλο αυτό το χαμένο χρόνο. Και ακόμα και αν η 'μεγάλη στιγμή' ερχόταν και αυτό που περίμενα υπομονετικά ανυπόμονα τόσο καιρό συνέβαινε, ποιος μου λέει ότι θα καλυφτεί άρτια το τεράστιο κενό; Ποιος μου λέει ότι θα ξεχάσω όλα αυτά τα χρόνια της καθημερινά δολοφονούμενης ψυχολογίας; Κανείς. Οπότε, μάλλον δεν αξίζει. Και να αξίζει όμως, ποτέ δεν είχα το κουράγιο να παίζω με τις πιθανότητες. Θα σταματήσω εδώ λοιπόν. Δε περιμένω να καταλάβεις για τι πράγμα μιλάω. Αν δε το ζήσεις, όσο και αν προσπαθείς, ένα μεγάλο κομμάτι σού διαφεύγει. Δε μπορείς να με κατηγορήσεις για τίποτα, γιατί απλά δε ξέρεις. Έτυχες τυχερός. Έτυχα άτυχη. Το δέχτηκα. Και τις συνέπειες μπορείς να πεις ότι τις όρισα μόνη μου. Ό,τι θεωρούσα εγώ καλύτερο για μένα. Να'σαι καλά λοιπόν και μη ξεχνάς ποτέ να κοιτάς τη γυναίκα σου κάθε πρωί όταν ξυπνάς και να την ευχαριστείς που υπάρχει. Να φέρεσαι στα παιδιά σου όπως τους αξίζει γιατί σε γλίτωσαν από κάτι ανυπόφορο. Δεν λυπάμαι τον εαυτό μου. Ούτε στιγμή δε τόλμησα. Από αυτό τίποτα δε θα μπορούσε να με γλιτώσει.Αλλά έκλαψα, ναι. Έχω κλάψει γι'αυτό που τόσο ήθελα και δεν είχα. Ξέρεις κάτι όμως; Μην αποκλείεις την πιθανότητα να μου άξιζε- να ήταν γραφτό να γίνει έτσι. Όπως και να'χει, καλύτερα νεκρή, παρά κενή."

    Κυριακή 18 Ιανουαρίου 2009

    σήμερα, γαμωΚυριακή- η επιστροφή της άσωτης γκομενιάρας & αναδρομές

    Επέστρεψε η ανόητη. Είχε μέρες να φανεί, είχαμε αρχίσει να ανησυχούμε.. Η μητέρα είχε αρχίσει να δέχεται το γεγονός ότι την 'έφαγαν'. Και σήμερα, επιτέλους, ακούσαμε το γνωστό, μακρόσυρτο 'νιαουυαααουυυ' έξω από τη πόρτα της κουζίνας, και όταν ανοίξαμε όρμησε μέσα νιαουρίζοντας ναζιάρικα. ^^ Πολύ μου χάρηκε. :Ρ Αγαλίαση και πληρώτητα, τώρα που είναι και το πέμπτο μέλους του σπιτιού εδώ. Και βλέπει με προσήλωση τον Ηλία στη τηλεόραση να τηγανίζει κάτι περίεργα πράσινα μπαλάκια :/


    -τα ονόματα που θα ακολουθήσουν έχουν επιλεγεί σχεδόν τυχαία και δεν ανταποκρίνονται στη πραγματικότητα-

    Δε θυμάμαι πώς ακριβώς μου ήρθε, αλλά θυμήθηκα ένα όνειρο που είχα δει πέρσι, ότι ο καλός μου φίλος Μελέτης (είπαμε, δεν ανταποκρίνεται στη πραγματικότητα) είχε βρει φριχτό θάνατο, όταν έπεσε πάνω του από μεγάλο ύψος μεγάλη ποσότητα καυτού καφέ (!). Δε θα σχολιάσω τη γελοιότητα του ονείρου, έχουν μάλιστα σταματήσει να με εκπλήσουν οι χωρίς καμία απολύτως συνοχή μαλακίες που βλέπω όταν κοιμάμαι. Αυτό που μου έμεινε από εκείνο το σκηνικό είναι η ταραχή που είχα μόλις ξύπνησα. Είχα δακρύσει κιόλας... Και παρα το ακατάλληλο της ώρας (νομίζω 5 το πρωί ήταν) του έστειλα κατευθείαν μήνυμα, θέλοντας να βεβαιωθώ ότι ήταν καλά.
    Από τότε πρέπει να έχει περάσει ένας χρόνος, ίσως και παραπάνω. Ο Μελέτης κι εγώ δε μιλάμε πια. Πέρασα μέρες προσπαθώντας να καταλάβω τι μπορεί να είχα κάνει και να είχα χάσει τη φιλία του. Ίσως να είναι λάθος, αλλά πάντα, ασυναίσθητα, κατηγορώ τον εαυτό μου. Γιατί δε θέλω να πέσω στο τρυπάκι του 'όλοι έχουν άδικο, μόνο εγώ δίκιο και κανείς δε καταλαβαίνει γιατί είναι όλοι ηλίθιοι'. Αλλά ομολογώ ότι στη περίπτωση σου, με όση ειλικρίνια με διακρίνει κατέληξα στο ότι τίποτα δεν είχα κάνει. Και δικαιώθηκα όταν και εσύ -omg- παραδέχτηκες μέσες άκρες το ότι είσαι μουνόδουλος (ε δεν το είπες και έτσι ακριβώς, τα γεγονότα μιλούσαν από μόνα τους) και όταν το διαπίστωσα και αργότερα.
    Απήυδησα για άλλη μια φορά με το πόσο μαλάκες μπορούν να γίνουν τα αρσενικά όταν πρόκειται για γκόμενα, αλλά το κατάπια κι αυτό. Και δεν έκατσα να στεναχωρηθώ περισσότερο από 5 λεπτά όταν κατάλαβα εντελώς τι είχε παιχτεί και χάλασε η 'φιλία' μας, γιατί πολύ απλά είσαι ανάξιος ακόμα και αυτών των 5 λεπτών.

    Το χειρότερο είναι ότι ξέρω ότι υπάρχουν άλλοι τόσοι και χειρότεροι μαλάκες σαν κι εσένα!